Μερικές φορές η αυτοάμυνα δεν έχει να κάνει με την προστασία του εαυτού μας, αλλά με την προστασία τρίτων. Ίσως κάποιοι από εμάς να έχουμε βρεθεί μπροστά σε περιστατικά βίας που αφορούσαν άλλα άτομα, ενώ σίγουρα κατά καιρούς έχουμε αναρωτηθεί ή συζητήσει με γνωστούς το κατά πόσο θα παρεμβαίναμε αν βλέπαμε μπροστά μας κάποιον να κινδυνεύει. Αλήθεια, πρέπει ή δεν πρέπει να παρεμβαίνει κανείς; Ποια είναι η σωστή απάντηση; Μάλλον έχεις ήδη καταλάβει ότι δεν υπάρχει “σωστή” απάντηση.
Το πρώτο σχολείο σκέψης λέει ότι δεν πρέπει να παρεμβαίνουμε ποτέ αν δεν μας αφορά. Σώσε τον εαυτό σου και ζήσε για να πολεμήσεις μια άλλη μέρα. Το δεύτερο σχολείο σκέψης λέει ότι η συνείδησή μας δεν πρέπει να μας επιτρέπει να αγνοήσουμε την κατάσταση ενώ ένας συνάνθρωπός μας βρίσκεται σε κίνδυνο, διότι αν το κάνουμε είμαστε κατάπτυστοι και δειλοί, δίνοντας το λάθος παράδειγμα. Όπως πάντα, η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση αυτού του φάσματος και όχι στα άκρα.
Ας ξεκινήσουμε σκεπτόμενοι τα πιθανά αποτελέσματα στην περίπτωση που αποφασίσουμε να εμπλακούμε. Το καλύτερο αποτέλεσμα θα είναι φυσικά να σώσουμε έναν συνάνθρωπό μας από σωματικές βλάβες ή και το θάνατο. Το κακό αποτέλεσμα θα είναι μετά το πέρας της συμπλοκής να υπάρξει ένα παραπάνω θύμα (ο εαυτός μας), ή αν τελικά όντως βρεθούμε σε δεινή θέση να προσθέσουμε άλλο ένα άτομο στη λίστα των ατόμων που περιμένουν κάποιον να τους σώσει, κάνοντας το έργο του πραγματικού “διασώστη” (αν υπάρξει κάποιος) ακόμα πιο δύσκολο. Θα πρέπει να συμφωνήσουμε ομόφωνα ότι το τελευταίο σενάριο είναι χειρότερο από το να μη συμμετάσχουμε καθόλου στο περιστατικό. Πώς λοιπόν θα πάρουμε την απόφαση για το αν πρέπει ή αξίζει να θέσουμε τον εαυτό μας σε κίνδυνο για χάρη κάποιου άλλου; Λαμβάνοντας υπόψιν μας παραμέτρους όπως οι παρακάτω.
- Η επίγνωση της κατάστασης. Ας υποθέσουμε ότι ξαφνικά ενώ περπατάς στο δρόμο έρχεσαι αντιμέτωπος με το εξής θέαμα: δύο άνδρες επιτίθενται ο ένας στον άλλον. Είσαι βέβαιος ότι γνωρίζεις ποιος είναι ο “καλός” και ποιος ο “κακός” της υπόθεσης; Ποιος πραγματικά έφταιξε; Μήπως ήταν και οι δύο υπαίτιοι γι’αυτό που συμβαίνει; Μερικές φορές, ακόμα κι αν θεωρείς κάτι εξόφθαλμα προφανές, ίσως να μην είναι έτσι. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι κάποιες καταστάσεις ενδοοικογενειακής βίας, όπου τρίτο άτομο αντί να καλέσει τις αρμόδιες αρχές για συμβουλή παρενέβη προκειμένου να προστατέψει τον αδικημένο, με αποτέλεσμα όταν αυτός έφυγε τα πράγματα να γίνουν ακόμα χειρότερα για το θύμα, αφού ο θύτης έγινε πιο βίαιος. Ο γράφων έχει γίνει μάρτυρας ενός περιστατικού που αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα μελέτης των όσων θίγουμε τώρα. Σε κάποιο πεζοδρόμιο ενός προαστίου της Αθήνας, ένας άνδρας απειλούσε με μαχαίρι έναν άλλο άνδρα, ο οποίος κρατούσε στα χέρια του μόνο μια άδεια πλαστική σακούλα. Είναι πασιφανές ότι ο άνδρας που κρατά το μαχαίρι δε μπορεί να είναι ο αδικημένος, σωστά; Εφόσον ο παρατηρητής είχε το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού από τη νεκρή γωνία που βρισκόταν, δε θα ήταν σώφρον να εξουδετερώσει τον οπλισμένο άνδρα με ένα χτύπημα στο κεφάλι προκειμένου να εξασφαλίσει ότι η απειλή δε θα γίνει επίθεση; Εξάλλου ακόμα και ο νόμος είναι πολύ πιθανό να ήταν επιεικής μαζί του εφόσον αντίκρυσε ένοπλη απειλή. Τα πράγματα δεν ήταν τόσο απλά όμως. Όπως απεδείχθη, το “θύμα” είχε προσπαθήσει προ ολίγου να κλέψει εμπόρευμα από το κατάστημα του “θύτη”, κρύβοντάς το στη σακούλα, και ο καταστηματάρχης αφού τον αντιλήφθηκε, τον έβγαλε έξω και αποφάσισε να τον φοβίσει για να μη ξαναπλησιάσει στη γειτονιά. Αυτό δικαιολογεί τη χρήση του μαχαιριού; Σίγουρα όχι, αποδεικνύει όμως όσα προαναφέραμε, ότι δηλαδή πολλές φορές τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται, ότι οι ρόλοι ίσως δεν είναι αυτοί που φαίνονται, και ότι μπορεί κι εμείς να παρεξηγηθούμε με τον ίδιο τρόπο αν εμπλακούμε και ένας περαστικός ή η αστυνομία εμφανιστούν τη λάθος στιγμή. Αν λοιπόν ο γράφων είχε επιτεθεί αυτομάτως στον καταστηματάρχη χωρίς να παρατηρήσει πρώτα διακριτικά το συμβάν από ασφαλή απόσταση, αφενός θα είχε βοηθήσει έναν κλέφτη, αφετέρου θα είχε χρησιμοποιηθεί βία σε μία κατάσταση που τελικά έληξε αίσια, χωρίς να τραυματιστεί κανείς -η επίδειξη του μαχαιριού ευτυχώς έπαιξε μόνο το ρόλο του εκφοβισμού και δεν υπήρξε πρόθεση χρήσης όπως φάνηκε αργότερα. Από κει κι έπειτα, προφανώς και ο καταστηματάρχης θα πρέπει να φροντίσει να μη χρησιμοποιήσει ένα όπλο κατ’αυτό τον τρόπο ξανά, διαφορετικά μπορεί να βρεθεί προ εκπλήξεων, νομικών και μη. Μπορεί κανείς να γνωρίζει με βεβαιότητα την εξέλιξη πριν αποφασίσει πώς θα ενεργήσει; Όχι. Γι’αυτό και η διαδικασία ανάλυσης της κατάστασης, της εκπαίδευσης αλλά και πολλές φορές της εμπιστοσύνης στο ένστικτό μας, παίζουν τεράστιο ρόλο στη σωστή απόφαση.
- Η εξέλιξη της κατάστασης. Στατιστικά είναι πολύ πιθανότερο ένας περαστικός να βοηθήσει κάποιον αν η κατάσταση εξελίσσεται με ευνοϊκό τρόπο. Αν για παράδειγμα το θύμα υπερέχει στη μάχη έναντι του επιτιθέμενου, τότε είναι πολύ πιο λογικό να αποφασίσει κανείς να συνδράμει, αφού αφενός οι πιθανότητες νίκης και αποφυγής τραυματισμού είναι μεγάλες, αφετέρου θα κάνει μια ηθικά σωστή πράξη που στο τέλος της μέρας θα επιφέρει και συναισθηματική ικανοποίηση.
- Η λειτουργική κατάσταση του αμυνόμενου και του/των επιτιθέμενων. Παράγοντες όπως η δύναμη, η σωματική διάπλαση, η ηλικία και η νοητική κατάσταση βοηθούν στην πρόβλεψη του αποτελέσματος μιας δυνητικής συμπλοκής. Είναι πολύ εύκολο να αποφασίσουμε να σταματήσουμε έναν ηλικιωμένο με κινητικά προβλήματα που επιτίθεται θυμωμένος στη σύζυγό του μετά από έναν διαπληκτισμό. Αντίθετα, όταν είμαστε αντιμέτωποι με μια μεγάλη οργισμένη ομάδα χούλιγκανς που κλωτσούν έναν περαστικό, ίσως αν αποφασίσουμε να τον σώσουμε να καταλήξουμε στην ίδια μοίρα με αυτόν. Δυστυχώς, πρέπει να αποδεχτούμε ότι δε μπορούμε να τους σώσουμε όλους και υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες απλά δε μπορούμε να κάνουμε τίποτα.
- Οι ικανότητες και τα εργαλεία. Ένας εκπαιδευμένος μαχητής έχει αυξημένη αυτοπεποίθηση όταν βρίσκεται σε δύσκολες καταστάσεις. Η γνώση του τι πρέπει να κάνει κάποιος, μαζί με το πώς και πότε θα το κάνει, αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα στρατηγικά πλεονεκτήματα που μπορεί να διαθέτει. Ομοίως, τα εργαλεία (όπλα) που είναι διαθέσιμα σε μια μάχη είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας που μπορεί να ανατρέψει το αποτέλεσμα. Ένας οπλισμένος εγκληματίας είναι σαφώς πιο επικίνδυνος από έναν άοπλο, αλλά και αντίστροφα, ένας παρατηρητής ενός περιστατικού βίας που μπορεί να εξοπλιστεί με κάτι (για παράδειγμα μια καρέκλα) είναι πολυ πιο πιθανό να παρέμβει αφού εξασφαλίζει πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες επιβίωσης.
- Η σχέση μας με το θύμα. Ναι, παίζει τεράστιο ρόλο. Το να δούμε δύο ξένους σε διαμάχη δεν είναι το ίδιο με το να δούμε ένα μέλος της οικογένειάς μας σε διαμάχη. Διότι η οικογένεια σημαίνει πολύ περισσότερα για εμάς, ενώ ταυτόχρονα τείνουμε να πιστέψουμε ότι μιας και αναγνωρίζουμε αυτό το άτομο ως άνθρωπο καλής ποιότητος μάλλον έχει το δίκιο με το μέρος του, κι ας μη ξέρουμε τι έχει συμβεί επί της παρούσης (εκτός αν η οικογένειά σου αποτελείται από θερμοκέφαλους εγωιστές που ψάχνουν για καβγάδες, στην οποία περίπτωση θα πρέπει να τους κάνεις μια μεγάλη συζήτηση σχετικά με τους κινδύνους του δρόμου και τη συμπεριφορά τους). Το ότι κάποιοι άνθρωποι σημαίνουν περισσότερα για εμάς δε συνεπάγεται ότι οι υπόλοιποι είναι λιγότερο άνθρωποι, άξιοι μιας κατώτερης μοίρας, αλλά ας αποδεχτούμε ότι κάποιες φορές πρέπει απλά να επιλέξουμε μεταξύ δύο δεινών το λιγότερο κακό. Αν για παράδειγμα ένας τυπικός καθημερινός άνθρωπος, χωρίς σωματικά προσόντα και αντίστοιχες γνώσεις, γίνει μάρτυρας μιας πολύ επικίνδυνης ένοπλης επίθεσης ενάντια σε κάποιον περαστικό, είναι πολύ λογικό να κυριευθεί από πανικό και να τρέξει για βοήθεια μιας και κατανοεί ενστικτωδώς πως αν εμπλακεί το αποτέλεσμα θα είναι μάλλον να αποτελέσει το επόμενο θύμα. Και σίγουρα γι’αυτόν μετράει πολύ περισσότερο να ξαναδεί την οικογένειά του, και η οικογένειά του εκείνον φυσικά, απ’ότι έναν άγνωστο. Είναι σκληρό, αλλά είναι η αλήθεια. Ο νομοθέτης μάλιστα μας δείχνει ότι κατανοεί αυτό το γεγονός, αφού κανένας πολίτης (εκτός των σωμάτων ασφαλείας) δεν έχει νομική υποχρέωση να συμμετάσχει στη συμπλοκή. Έχει βέβαια το δικαίωμα, άρα είναι στην κρίση του. Μόνη εξαίρεση στο παραπάνω αποτελεί η περίπτωση στην οποία δεν υπάρχει παρών κίνδυνος, για παράδειγμα το να βρούμε κάποιον μόνο αιμόφυρτο στο δρόμο, οπότε και έχουμε ηθική και νομική υποχρέωση να καλέσουμε σε βοήθεια. Στο άλλο άκρο, αν ο ίδιος άνθρωπος δει ένα μέλος της οικογένειάς του να κινδυνεύει, ακόμα κι αν δεν είναι εκπαιδευμένος, είναι δεδομένο ότι θα προτιμήσει να θέσει τον εαυτό του σε κίνδυνο, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι θα κάνει την ύστατη θυσία, προκειμένου να εξασφαλίσει τη σωματική ακεραιότητα των ανθρώπων του, διότι γι’αυτόν η ζωή τους έχει μεγαλύτερη προτεραιότητα από οτιδήποτε άλλο. Αναρωτήσου, τι συμβουλή θα έδινες εσύ στο παιδί σου αν σε ρώταγε τι πρέπει να κάνει σε περίπτωση που βρεθεί αντιμέτωπο με βία ενάντια σε τρίτους; Το πιο πιθανό είναι πως θα του έλεγες να τρέξει μακριά, εκτός κι αν επρόκειτο για κάποιον που αγαπά πραγματικά, όπως για παράδειγμα το δικό του παιδί. Το ίδιο νιώθουν για κάποιον όλοι οι άνθρωποι στον κόσμο.
- Ειδική συνθήκη: αντίδραση ως ομάδα. Υπάρχει μία τακτική που διδάσκεται από πολλούς εκπαιδευτές αυτοάμυνας, και αυτή αφορά σε καταστάσεις που ο δράστης στοχοποιεί πλήθος θυμάτων (όπως για παράδειγμα η πρόσφατη επίθεση με τσεκούρι στη ΔΟΥ Κοζάνης). Σύμφωνα με αυτή τη λύση λοιπόν, τα θύματα θα πρέπει άμεσα και με αποφασιστικότητα να συνεργαστούν προκειμένου να εξουδετερώσουν τον επιτιθέμενο στο συντομότερο δυνατό χρόνο. Τέτοιου είδους διδάγματα προέρχονται συνήθως από ανθρώπους κάποιας κουλτούρας η οποία έχει γαλουχηθεί με τέτοιο τρόπο λόγω της συνεχούς έκθεσης σε αντίστοιχα ερεθίσματα. Πράγματι, αν η ομαδική αντεπίθεση υλοποιηθεί σωστά τις περισσότερες φορές θα οδηγήσει σε εκπληκτικά αποτελέσματα και δραστική μείωση του αριθμού των θυμάτων. Όπως κάθε λύση όμως, έτσι κι αυτή έχει τα πρακτικά της μειονεκτήματα. Είναι δεδομένο πως όταν μια αιματηρή επίθεση ξεσπάσει είναι πλέον αργά για να συνεννοηθούν μεταξύ τους τα θύματα. Όλα είναι έκρυθμα και συμβαίνουν πολύ γρήγορα για να οργανωθεί κάτι τέτοιο. Άρα λοιπόν μια τέτοια αντίδραση θα πρέπει να είναι προσχεδιασμένη και αφορά περισσότερο σε ομάδες ατόμων που έχουν προετοιμαστεί και εκπαιδευτεί σωστά. Αν για παράδειγμα το προσωπικό μιας εταιρείας προπονηθεί και μάθει να λειτουργεί σύσσωμη κατ’αυτό τον τρόπο, τότε υπάρχουν οπωσδήποτε περισσότερες πιθανότητες η τακτική αυτή να δουλέψει. Αν τα θύματα δεν είναι εκπαιδευμένα, ή η επίθεση λάβει χώρα σε μέρος όπου τα θύματα είναι άγνωστοι μεταξύ τους, όπως σε ένα σταθμό του μετρό, τότε στατιστικά ελάχιστοι θα αντιδράσουν και πολλοί περισσότεροι θα τραπούν σε φυγή, όπως προστάζει το ανθρώπινο ένστικτο στο οποίο δύσκολα μπορεί κανείς να αντιτεθεί (fight or flight). Φυσικά και αν κανείς αποφασίσει να βοηθήσει το συνάνθρωπό του, ιδίως όταν αντιμετωπίζει εξαιρετικό κίνδυνο, πράττει κάτι πολύ γενναίο και αξιέπαινο, αλλά ας θυμόμαστε ότι δε μπορούμε να ενσταλλάξουμε κατά βούληση τη γενναιότητα στους ανθρώπους απλά ζητώντας τους να αψηφούν τον κίνδυνο. Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό που σε άλλους υπάρχει εντονότερο εκ γεννετής, σε άλλους όχι, άλλοι φροντίζουν να το καλλιεργήσουν, και άλλοι πάλι επίσης όχι. Και για όσους επιλέγουν να το καλλιεργήσουν, απαιτούνται χρόνια εμβάθυνσης στις τακτικές αυτοάμυνας, στη μυϊκή ενδυνάμωση, στην κατάκτηση απαιτητικών στόχων σε πολλά επίπεδα, και τόσα άλλα στοιχεία τα οποία τελικά καλλιεργούν την περίφημη γενναιότητα. Είναι ένα ταξίδι ζωής στο οποίο πρέπει να αφιερωθεί κανείς. Επομένως, το να προσδοκούμε πως οι άνθρωποι θα αντιδράσουν κατ’αυτό τον τρόπο μόνο και μόνο επειδή τους το συστήνουν οι εκπαιδευτές αυτοάμυνας ως την καλύτερη λύση είναι τουλάχιστον παράλογο και σίγουρα ουτοπικό. Κι ας μη ξεχνάμε πως αν κάποιος δε γνωρίζει ακριβώς τι πρέπει να κάνει, αυξάνουμε την πιθανότητα να θυματοποιήσουμε έναν ακόμα άνθρωπο. Στην αυτοάμυνα οφείλουμε να υποθέτουμε τα χειρότερα, γι’αυτό γνώριζε πως αν ποτέ ο κίνδυνος σου χτυπήσει την πόρτα, το πιθανότερο είναι πως θα είσαι μόνος, επομένως προετοιμάσου ανάλογα. Η παρεμβολή τρίτου ή η ομαδική αντίδραση θα είναι μια ευχάριστη έκπληξη στην οποία είναι επίσης καλό να εκπαιδευτείς, αλλά μη βασίζεσαι σ’αυτό. Βασίσου κυρίως στη μόνη σταθερή παράμετρο, τον εαυτό σου.
Συνοψίζοντας, το ερώτημα επανέρχεται. Να παρέμβω… ή να μην παρέμβω; Όπως σε όλα τα πράγματα στη ζωή, έτσι κι εδώ η απάντηση δεν είναι άσπρο ή μαύρο. Δεν υπάρχει μία και μοναδική αλήθεια. Η αλήθεια πολλές φορές είναι προϊόν ατομικών υπολογισμών του ανθρώπου που τη διατυπώνει, επομένως βρες κι εσύ τη δική σου. Προπονήσου, εκτίμησε την κατάσταση και αποφάσισε σύμφωνα με τα δεδομένα. Αν αυτά -μαζί με την συνείδησή σου- προστάζουν ότι μπορείς και πρέπει να παρέμβεις, κάνε το. Πιθανόν να σώσεις μια ζωή και μπράβο σου. Από την άλλη να θυμάσαι πάντα πως υπάρχει λόγος που στο αεροπλάνο σου ζητούν να φορέσεις πρώτα τη δική σου μάσκα οξυγόνου και μετά αυτού που συνοδεύεις. Δεν είσαι χρήσιμος σε κανέναν αν γίνεις άλλο ένα θύμα. Τουναντίον, αποτελείς εμπόδιο. Η κριτική σκέψη είναι και θα παραμείνει ο ακρογωνιαίος λίθος της αυτοάμυνας και όχι μόνο.
Αλέξανδρος Χρυσοβέργης
Comments are closed.